Περιγραφή
Ορφέας και Ευρυδίκη
Οι εννέα Μούσες και οι τρεις Χάριτες. Ο Ορφέας στον Άδη για την Ευρυδίκη. Ο Αρίωνας και το δελφίνι.
Απόσπασμα από το βιβλίο “Ορφέας και Ευρυδίκη”:
(…) Ο Ορφέας γεννήθηκε στη Θράκη. Μητέρα του ήταν η µούσα Καλλιόπη και πατέρας του ο βασιλιάς της Θράκης Οίαγρος. Κληρονόμησε την αγάπη για την ποίηση και το τραγούδι από τη μητέρα του. Η λύρα που έπαιζε ήταν δώρο του θεού Απόλλωνα και διδάχτηκε την τέχνη της από τις ίδιες τις Μούσες. Με συντροφιά τη λύρα του γυρνούσε χωριά και πόλεις, τραγουδούσε σε παλάτια και σε καλύβες, υμνούσε την αγάπη, τη μητέρα της ζωής, υμνούσε τα μεγάλα κατορθώματα των ηρώων, δόξαζε εκείνους που θυσιάστηκαν για κάτι ωραίο.
Κι ενώ σκορπούσε γύρω του μια συγκίνηση που δεν είναι δυνατό να την περιγράψουν λόγια, εκείνος που ένιωθε ακόμα πιο μεγάλη συγκίνηση και ικανοποίηση ήταν ο ίδιος ο μεγάλος τραγουδιστής. Όταν μάλιστα τον άκουγε κόσµος πολύς, ο Ορφέας μοχθούσε κυριολεκτικά για το τέλειο. Κουραζόταν, υπέφερε, πονούσε, µα πετύχαινε πάντα το ακατόρθωτο. Κι αυτό ήταν η ανταµοιβή του για την ωραία του προσπάθεια.
Μα η ικανοποίηση αυτή έγινε η πιο μεγάλη ευτυχία από τη μέρα που γνώρισε την Ευρυδίκη και γίνανε το πιο ταιριαστό και το πιο αγαπημένο ζευγάρι που υπήρχε στον κόσμο. Ο φτερωτός γιος της Αφροδίτης πέτυχε να δέσει τους δυο νέους µε τα πιο ωραία δεσμά, τα δεσμά της πιο μεγάλης και της πιο αγνής αγάπης.
Καινούρια δύναμη παίρνει τώρα η τέχνη του Ορφέα.
«Δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα από την αληθινή αγάπη» τραγουδά σ’ όλους τους τόνους ο μεγάλος λυράρης, και αυτό είναι κάτι που χάρη στην Ευρυδίκη το αισθάνεται, το ζει, κάτι που έχει ριζώσει βαθιά μέσα στην καρδιά του.
Αλλά σαν όλους τους ανθρώπους που αγαπιούνται, έτσι κι ο Ορφέας µε την Ευρυδίκη θέλουν να βρίσκονται και µόνοι, να κάνουν µακρινούς περιπάτους και να χαίρονται, ξένοιαστοι, ο ένας τη συντροφιά του άλλου. Συχνά κάθονται σε μια πλαγιά και τότε, όπως κοιτάζουν μακριά την όμορφη φύση, πιάνει ο Ορφέας την κιθάρα του κι η Ευρυδίκη σιγοτραγουδά μαζί του για την αγάπη, τη μεγάλη και την παντοτινή, που τους χάρισε τόση ευτυχία.
Μια φορά οι δυο νέοι περπατούσαν στα Τέμπη. Η ομορφιά του τοπίου ήταν μαγευτική. Από τη μια μεριά ορθωνόταν ο πανύψηλος Όλυμπος, από την άλλη η Όσσα ενώ στη μέση κυλούσε ήρεµα ο Πηνειός. Αιωνόβια πλατάνια ρίχναν πυκνή σκιά στις όχθες του ποταμού. Ο Ορφέας, ακουμπισμένος σ’ έναν πλάτανο, παίζει µε τα δάχτυλά του τη λύρα του και η Ευρυδίκη, ευτυχισμένη και αμέριμνη, πότε χορεύει, πότε τραγουδά, πότε τρέχει πίσω από τις πεταλούδες ή μαζεύει λουλούδια. Γύρω τους τα πουλιά τιτιβίζουν χαρούμενα, μικρά ζωάκια χοροπηδούν πλάι τους λες και πάνε να δείξουν τη χαρά τους που έχουν κοντά τους ένα τόσο αγαπημένο ζευγάρι.
Ο Ορφέας και η Ευρυδίκη δε χορταίνουν ν’ απολαμβάνουν την όμορφη φύση. Οι καρδιές τους πλημμυρίζουν από μια ευτυχία που ξεχειλίζει κι αγκαλιάζει όλη την πλάση. Απλόχερα θα ’λεγε κανείς πως χάρισαν οι θεοί τόση πολλή ευτυχία στους δυο αγαπημένους νέους.
Και όµως, σε λίγο όλα θα γίνουν συντρίμμια! (…)
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.